- ὑποκαύστρα
- ὑπο-καύστρα, ἡ,A the hot-air space of a hypocaust, Gloss.: written [full] ὑποκαστρα three times in PMag.Berol.2.48, al.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
υποκαύστρα — ἡ, Α ο υπόγειος θάλαμος, η κάμινος τού υποκαύστου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑποκαίω (πρβλ. ὑπόκαυσ ις) + κατάλ. τρα (πρβλ. θερμάσ τρα)] … Dictionary of Greek
ὑποκαύστραν — ὑποκαύστρᾱν , ὑποκαύστρα the hot air space of a hypocaust fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποκαυστήριον — τὸ, Α ὑποκαύστρα*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑποκαίω (πρβλ. ὑπόκαυσ ις) + κατάλ. τήριον*] … Dictionary of Greek
υπόκαυστος — ον / ὑπόκαυστος, ον, ΝΑ το ουδ. ως ουσ. το υπόκαυστο(ν) αρχαιολ. υπόγειος θάλαμος τών ρωμαϊκών λουτρώνων ή σπιτιών, ο οποίος θερμαινόμενος μετέδιδε την θερμότητά του με αγωγούς στα επάνω λουτρά ή και στα υπόλοιπα διαμερίσματα τού κτηρίου αρχ.… … Dictionary of Greek